Γκριζογραφία, 1481.
Μουσείο Uffizi, Φλωρεντία.
Η προσκύνηση των Μάγων, μια πράξη αναγνώρισης του Χριστού ως υιού του βασιλέως των ουρανών, δίνει την ευκαιρία στον άνθρωπο να δραπετεύσει από τον σκοτεινό και ψευδαισθητικό κόσμο της ύλης και να έρθει σε επαφή με το πνευματικό σύμπαν και τον Δημιουργό του, που ενσαρκώνεται στο πρόσωπο του θείου βρέφους. Η βίωση του θείου επιτυγχάνεται σε επίπεδο εκφραστικών διατυπώσεων με τις συσπάσεις των προσώπων, τις έντονες χειρονομίες και την καμπυλότητα της κίνησης των μορφών, που σχηματίζουν την πυραμίδα του πρώτου επιπέδου, ενώ συγχρόνως τονίζεται από την αποτύπωση ενός αρχιτεκτονικού στοιχείου,(η ενσωμάτωση αρχιτεκτονικών μελών στις δημιουργίες της Αναγέννησης ήταν μία συνήθης πρακτική των καλλιτεχνικών της περιόδου) μίας σκάλας, συμβόλου της προφητικής προεικόνισης της Θεοτόκου. Σε όραμά του, ο Προπάτορας Ιακώβ, βλέπει μια υπερμεγέθη σκάλα, συνδετικό κρίκο της Γης με το ουράνιο στερέωμα. Συγκεκριμένα, στον τόπο Βαιθήλ, ο Ιακώβ «ενυπνιάσθη, και ιδού κλίμαξ εστηριγμένη εν τή γή ής η κεφαλή αφικνείτο εις τον ουρανόν και οι άγγελοι του Θεού ανέβαινον και κατέβαινον επ’ αυτής, ο δέ Κύριος επεστήρικτο επ’ αυτής» δηλαδή, ο Ιακώβ «κοιμήθηκε και είδε μία σκάλα, που η βάση της ήταν στερεωμένη στη γη, ενώ η κορυφή της έφθανε στον ουρανό, και άγγελοι του Θεού ανέβαιναν και κατέβαιναν σ’ αυτήν, και ο Θεός βρισκόταν σταθερός στο άνω μέρος της». (Γέν. κη’ 12-13). Οι πατέρες της Εκκλησίας ερμήνευσαν τη σκάλα ως συμβολισμό της Θεοτόκου, που λειτουργώντας ως δοχείο της θείας χάριτος με την κυοφορία του ενανθρωπισμένου Θείου Λόγου, του Ιησού Χριστού, ενώνοντας τον επίγειο, φθαρτό κόσμο με το άυλο πνευματικό σύμπαν.
Η λειτουργία όμως της νοητής και υπερφυσικής αυτής κλίμακας επεκτείνεται και στη χρήση της από τα θνητά δημιουργήματα του Θεού-Πατέρα, αφού τους παρέχεται η δυνατότητα της πνευματικής και ηθικής τους εξύψωσης και συνεπώς της ομοίωσής τους με το θείο και της βίωσης της εσωτερικής παραδείσιας κατάστασης, που καθίσταται δυνατή αποκλειστικά και μόνο με την ενσάρκωση του Θείου- Λόγου, όχημα του οποίου έγινε η Παρθένος Μαρία. Σε ανάλογο θεματικό πλαίσιο μεταιχμιακής και μεταβατικής κατάστασης εντάσσεται η ενσωμάτωση του δέντρου που αποδίδεται με απόλυτη γραμμικότητα και κάθετη διάταξη, τοποθετείται σχεδόν στο άνω μέρος του πυραμιδοειδούς συνόλου των μορφών και παραπέμπει στο «Δέντρο της Ζωής», που συναντάται στην Παλαιά Διαθήκη καθώς στη μυθολογική παράδοση και θρησκευτική κουλτούρα διάφορων πολιτισμών, εκφράζοντας τη διασύνδεση κάθε μορφής ζωής με το σύμπαν. Η απεικόνιση του Δέντρου της Ζωής συνήθως συνοδεύεται, όπως και στην εν λόγω δημιουργία του Leonardo, και από άλλους ζωγραφικούς τόπους, όπως το βουνό και τη σκάλα, συμβόλων της σύζευξης των τριών κόσμων, της Κόλασης, του επίγειου υλικού κόσμου και του ουράνιου(Παράδεισος), δίνοντας στο Δέντρο την έννοια του κεντρικού άξονα που ενώνει τον κόσμο της ύλης, του σκότους, με το Επέκεινα(φως). Στη Χριστιανική εικονογραφία η απόλυτη καθετότητα με την οποία αποδίδεται λειτουργεί ως προαποτύπωση του Σταυρικού θανάτου του Ιησού και ως εκ τούτου της καθολικής κάθαρσης και αναγέννησης της ανθρώπινης ψυχής μέσω της θυσίας του Θεανθρώπου. Σε αντίθεση με παλαιότερες εικαστικές διαπραγματεύσεις του θέματος της «Προσκύνησης των Ποιμένων» όπου κυριαρχούσε η εορταστική διάθεση, ο Leonardo δημιουργώντας έναν πλούσιο κυματισμό στη ζωγραφική επιφάνεια, τοποθετώντας τα πρόσωπα σε δύο διαφορετικά σύνολα, μία αυστηρή πυραμίδα στο πρώτο πλάνο, παρουσιάζοντας τις φιγούρες του πίνακα ως ευσεβείς μετόχους της γέννησης του Ιησού, δέσμιες μιας αυστηρής σύνθεσης και ένα ακαθόριστο, και δονούμενο σύνολο με στοιχεία εκστατικής συμπεριφοράς στο δεύτερο ενώ παράλληλα, με την ένταξη των συμβολικών στοιχείων της μετάβασης από την επίγεια ζωή στην πνευματική, αιχμαλωτίζει το βλέμμα του θεατή στον ενανθρωπισμό του Κυρίου. Όπως επισημαίνει ο Χρύσανθος Χρήστου, «Χωρίς καμία διηγηματική προσπάθεια, κατορθώνει να με κάθε στοιχείο που παρουσιάζει να στη ζωγραφική επιφάνεια, θεματικές και μορφικές αντιθέσεις, συνθετικούς τύπους και οργάνωση του χώρου, μνημειακότητα και εκφραστική κίνηση,λεπτομερειακές παρεμβολές και γενική εντύπωση να κάνει το σύνολο μορφοποίηση και του πιο ολοκληρωμένου συμβολισμού (…), να κάνει το θαύμα εικόνα και το μυστήριο μορφή.
Χρήστου, Χρ. Η ιταλική ζωγραφική κατά τον 16ο αιώνα. Τόμος Α’. Λεονάρδο Ντα Βίντσι, Ραφαήλ, Μιχαήλ Άγγελος.Εκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 1991.
Χριστιάνα Οικονόμου. Απόφοιτος του Τμήματος Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Ιστορίας της Τέχνης του Ε.Κ.Π.Α. MPhil στις Θεατρικές Σπουδές.